Daily Yang

Μια αλλιώτικη μπουγάδα

Η Δευτέρα του Πάσχα με βρίσκει μ΄ένα φλιτζάνι ζεστό καφέ στο μπαλκόνι. Βλέπεις, ο καιρός δεν έχει ακόμη αποφασίσει τι θέλει να είναι, καλοκαίρι ή χειμώνας, και έτσι και εγώ μέχρι να δει τι θα κάνει, τελικώς, αμφιταλαντεύομαι κάθε πρωί μεταξύ γαλλικού ή freddo. Η Αθήνα είναι άδεια, καθώς οι εκδρομείς των πασχαλινών διακοπών δεν έχουν επιστρέψει ακόμη. Φορτωμένοι με κάθε λογής καλούδια από το χωριό. Πορτ-μπαγκάζ γεμάτα με χόρτα, φρούτα, αλλά πάνω απ΄όλα ψυχές γεμάτες από γαλήνη και ηρεμία. Εικόνες απέραντου πράσινου και γαλάζιου. Εικόνες που θα σου κρατήσουν συντροφιά μέχρι την επόμενη φορά που θα πάνε στο χωριό. Έτσι κυλάνε οι εποχές, οι μήνες και οι μέρες.

– Δεν ακούω σου λέω. Δεν μπορείς να φωνάξεις πιο δυνατά; Φυσάει πολύ εδώ πάνω.

– Τι λες, δεν σε ακούω. Τέλοσπάντων, ο δικός μου ήταν πολύ στενοχωρημένος εχθές που κοιμηθήκαμε χώρια. Τον άκουγα που με αναζητούσε. Μέχρι που κοιμήθηκε.

– Έτσι είναι όταν είσαι «καινούργιο κοσκινάκι μου». Είναι μέχρι να πάρει τη θέση σου κάποιος άλλος. Και πίστεψε με δεν αργεί αυτή τη στιγμή.

Οι ομιλίες έρχονται από μακριά. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω ακριβώς το που. Τα παραθυρόφυλλα είναι όλα κλειστά. Το ίδιο και οι μπαλκονόπορτες. Οι δρόμοι άδειοι και οι ταράτσες …

– Το θέμα είναι, αγαπημένο μου, πως όταν κάποιος άλλος πάρει τη θέση σου, εσύ θα πρέπει να έχεις σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Αλλιώς δεν θα είσαι εδώ που βρίσκομαι εγώ αυτή τη στιγμή. Ξέρεις τι έχω περάσει εγώ; Αποτυχίες, επιτυχίες, διακοπές, παιδικά πάρτι και κρυφτό με εμένα ως λάφυρο. Πάντα όμως, όταν ερχόταν η ώρα του βραδινού ύπνου, η θέση μου ήταν στο κρεβάτι. Εκεί τα λέγαμε όλα. Μου εκμυστηρευόταν πως πέρασε η μέρα της. Τι την στενοχώρησε και τι την έκανε να χαμογελάσει. Μια σφιχτή αγκαλιά αρκούσε! Σε λίγα λεπτά το βάρος στο κεφάλι μου, μαρτυρούσε πως είχε έρθει η ώρα του ύπνου. Σιγά σιγά τα χρόνια πέρασαν, εγώ δεν είχα θέση στο κρεβάτι. Πάντα όμως μου έδινε ένα φιλί για καληνύχτα, εκεί στο ράφι που ήμουν. Να φανταστείς, έζησα την πενταημέρη της, στριμωγμένος στον πάτο της βαλίτσας, και την αποφοίτησή της στην τσάντα της μαμάς της. Μπορεί να έχει πέσει λίγο το αυτί μου, είναι και αυτό το μανταλάκι βλέπεις, και το μάτι μου να είναι θολό, μα κάθε φορά που τη βλέπω να μπαίνει στο δωμάτιο της όμως, θυμάμαι το βλέμμα της, την πρώτη φορά που με αντίκρισε. Ήμουν το πασχαλινό της δώρο. Έσκιζε με μανία τα χαρτιά και η ζελατίνα του κουτιού ήταν το μόνο που μας κρατούσε μακριά. Από εκείνη τη στιγμή είμαστε αχώριστοι. Και τώρα με πλύνανε – πάλι – για να υποδεχθώ το νέο μέλος της οικογένειας, λένε. Δεν είμαι εγώ για μωρά όμως πια. Γι΄αυτό μου αρκεί να το χαζεύω από ψηλά. Από τη βιβλιοθήκη. Αρκεί που θα είμαι εκεί. Και ας μην είμαι πια στην αγκαλιά της. Ξέρω πως την έμαθα πώς να αγκαλιάζει, να αγαπά και να μοιράζεται…

IMG_9815

 

Οι ομιλίες μου γαργαλούν τα αυτιά. «Μάλλον έκανα πολύ δυνατό τον καφέ», σκέφτομαι. Την προσοχή μου αποσπά μια κινητικότητα στην δίπλα ταράτσα. «Ε μα, να το!» σκέφτηκα. Ή μήπως όχι; Στο συρμάτινο σκοινί κρέμονται φρεσκοπλυμμμένα κάτι λούτρινα. Ένας λαγός ακροβατεί από το ένα αυτί. Δίπλα του ένα αρκουδάκι με τα δυο αυτιά πιασμένα. Χορεύουν στο ρυθμό του αέρα και αυτή τη φορά δεν σκέφτομαι τις κουταλιές του καφέ που έβαλα στο φλιτζάνι μου, αλλά πόσες αναμνήσεις κρέμονται σε ένα σκοινί μπουγάδας;

Υ.Γ. Αν ακόμη δεν έχεις βρει τα λούτρινα παιχνίδια σου, προλαβαίνεις…

 

Μια αλλιώτικη μπουγάδα
Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δημοφιλη

To Top